ελαφόδους

ελαφόδους
(I)
ο
όρος που αναφέρεται στους ασιατικούς ελέφαντες τών οποίων το ελεφαντοστούν καταλήγει σε οδοντωτά άκρα.
————————
(II)
η
μικρό ελάφι τής οικογένειας τών ελαφιδών.

Dictionary of Greek. 2013.

Игры ⚽ Нужен реферат?

Share the article and excerpts

Direct link
Do a right-click on the link above
and select “Copy Link”